μναμοσύνᾳ

μναμοσύνᾳ
μνᾱμοσύναι , μνημοσύνη
remembrance
fem nom/voc pl (doric)
μνᾱμοσύνᾱͅ , μνημοσύνη
remembrance
fem dat sg (doric aeolic)

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Look at other dictionaries:

  • μναμοσύνα — μναμοσύνα, ἡ (Α) (δωρ. και αιολ. τ.) βλ. μνημοσύνη …   Dictionary of Greek

  • μναμοσύνα — μνᾱμοσύνᾱ , μνημοσύνη remembrance fem nom/voc/acc dual (doric) μνᾱμοσύνᾱ , μνημοσύνη remembrance fem nom/voc sg (doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • μνημοσύνη — I Μυθολογικό πρόσωπο, κόρη των Τιτάνων Ουρανού και Γης. Ήταν μία από τις επίσημες συζύγους του Δία, και απέκτησε απ’ αυτόν τις εννέα Μούσες. Τη Μ. τη λάτρευαν σαν θεά στα περισσότερα μέρη της Ελλάδας, όπου και υπήρχαν ιερά ή τόποι αφιερωμένοι… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”